Το “Δευτερονόμιον” είναι το πέμπτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Το όνομά του αυτό το έλαβε από μία λάθος μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄) στο χωρίο Δευτ. 17,18, όπου η Εβρ. φράση “ένα αντίγραφο του νόμου” μεταφράστηκε λάθος “το δευτερονόμιον τούτο”. Το λάθος αυτό όμως δεν είναι σοβαρό, διότι το Δευτερονόμιο στην πραγματικότητα είναι μία επανάληψη του νόμου του Μωυσέως. Στα Εβρ. ο τίτλος του έχει προέλθει, κατά την γνωστή Εβραϊκή συνήθεια, από τίς πρώτες λέξεις του βιβλίου και είναι “έλλε χαντεβαρίμ”, δηλαδή “ούτοι οι λόγοι” ή απλώς “Λόγοι” (“δεβαρίμ”). Το “Δευτερονόμιο” είναι το τελευταίο βιβλίο της Πεντατεύχου και αποτελεί την φιλολογική γέφυρα, η οποία ενώνει τον “Νόμο” (δηλαδή την Πεντάτευχο) με τους “Πρότερους Προφήτες” (Ιησ. Ναυή, Κριτ. Βασιλειών). Το “Δευτερονόμιο” αποτελείται από τρεις μεγάλους λόγους, τους οποίους απευθύνει ο Μωυσής πριν από τον θάνατό του στον λαό, στις πεδιάδες της Μωάβ, όπου αυτός έχει στρατοπεδεύσει, απέναντι από την Ιεριχώ. Σε λίγο οι Ισραηλίτες θα εισέλθουν στην γη της Επαγγελίας και ο Μωυσής θέλει να τους υπενθυμίσει την διαθήκη, την οποία συνήψαν με τον Θεό στο όρος Χωρήβ (δηλαδή το Σινά), και να διδάξει στην νέα γενεά των Ισραηλιτών τον θείο νόμο, ανανεώνοντας και με αυτούς την θεία διαθήκη. Οι λόγοι αυτοί ακολουθούνται στο τέλος του βιβλίου από ορισμένα μικρά παραρτήματα. […] (γενικά περί του βιβλίου του “Δευτερονομίου”)